- κυρέω
- κῠρέω, A.Pr.332, S.Tr.386: [tense] impf. ἐκύρουν [ῠ] Id.El.1331: [tense] fut.A
κῠρήσω A.Ch.707
, Hdt.1.112: [tense] aor.ἐκύρησα Hes.Op.755
, Archil.18, Hom.Epigr.6.6, Hdt.1.31, E.Hec.215 (lyr.): [tense] pf.κεκύρηκα Pl.Alc. 2.141b
:—also [full] κύρω [pron. full] [ῡ], Parm.8.49, A.R.2.363, AP9.710, etc.: [tense] impf.ἔκῡρον S.OC1159
; [dialect] Ep.κῦρον Il.23.821
, h.Cer.189, h.Ven.174: [tense] fut.κύρσω Democr.243
, S.OC225 (lyr.): [tense] aor. ἔκυρσα, part.κύρσας Il.3.23
, Hes.Sc.426, Op.691, E.Med.1363:—[voice] Med., κύρομαι [ῡ] in act. sense, Il.24.530:—poet. Verb, of which the two forms are used as required by the metre, and some tenses occur in [dialect] Ion. and (rarely) in other Prose:I folld. by a case, hit, light upon,1 c. dat., meet with, fall in with,ἄλλοτε μὲν . . κακῷ . . κύρεται ἄλλοτε δ' ἐσθλῷ Il.24.530
;πήματι κύρσαι Hes.Op.691
; λέων ὣς σώματι κύρσας Id.Sc. l.c.; ἅρματι κύρσας having struck against it, Il.23.428; μέγα δένδρεον αἰθέρι κῦρον reaching to . . , Call.Cer.38, cf. A.R.2.363, 4.945, AP9.710; soἐν πείρασι κ. Parm.8.49
.b of things, κυρεῖν τινι befall or be granted to him, S.OC1290, Tr. 291, E.Hec.215 (lyr.); also εἰς ὅ τι κύρει ἕκαστα 'which way the wind blows', Timo48.5.2 c. gen., hit the mark,ἔκυρσας ὥστε τοξότης . . σκοποῦ A.Ag.628
; reach to or as far as,μελάθρου κῦρε κάρη h.Cer.189
; meet with, find,αἰδοίων βροτῶν κυρῆσαι Hom.Epigr.6.6
;πικροῦ δ' ἔκυρσας . . μνηστῆρος A.Pr.739
;Ἰαόνων ναυβατᾶν κύρσαντες Id.Pers.1012
(lyr.); αἰθερίας νεφέλας κύρσαιμι would I could reach . . , S.OC1082 (lyr.).b attain to, obtain,γάμων Archil.18
;τέκνων κ. Hdt.1.31
; καθαρσίου ib.35 (v.l.); βασιληΐης ταφῆς ib.112;δίκης Id.9.116
;ἀτιμίης πρός τινων Id.7.158
;κυρήσει νοστίμου σωτηρίας A. Pers.797
; στυγερᾶς μοίρας τῆσδε κυρήσας ib.910 (anap.);κυροῦντα τῶν ἐπαξίων Id.Pr.70
;βίου λῴονος κυρῆσαι S.OT1514
;δυσπότμων γάμων κυρήσας Id.Ant.870
(lyr.);μητρὸς ὡς κακῆς ἐκύρσατε E.Med. 1363
, cf. Ion 1105 (lyr.);ἀμοιβῆς ἔκ τινος κυρεῖν Id.Med.23
, cf. Supp. 1170;ἀγαθῶν Pl.Alc.2.141b
, Herod.3.57;ληΐης Id.2.45
;τόσσων ἐκύρησεν ὅσ' οὐ πευσεῖσθε βέβαλοι Theoc.3.51
.3 less freq. c. acc., reach, find, τί νῦν . . κυρῶ; A.Ch.214;βίον εὖ κυρήσας Id.Th.699
(lyr.);ἐπ' ἀκταῖς νιν κυρῶ E.Hec.698
; τέρμονα κύρειν dub. cj. in Id.Hipp. 746 (lyr.), cf. Opp.H.1.34.b obtain,κυρούντων τὰ πρόσφορα A.Ch. 714
.II abs., happen, come to pass, τί ποτ' αὐτίκα κύρσει; S.OC225 (lyr.); καλῶς, εὖ κυρεῖ turns out well, A.Th.23, S.El.799; of a person, Ἀτρείδην εἰδέναι κυροῦνθ' ὅπως how he fares, A.Ag.1371; also ἕτερα ἀφ' ἑτέρων κακὰ κυρεῖ follow, E.Hec.690 (lyr.);ἄλλα δ' ἐξ ἄλλων κ. Id.IT 865
(lyr.).2 to be right, hit the mark, γνώμῃ κυρήσας by intelligence, S.OT398: c. part., τόδ' ἂν λέγων κυρήσαις in saying, A.Supp. 589 (lyr.); ἐπεικάζων κυρῶ; S.El.663.b to be successful, prosper, Democr.243.3 as auxil. Verb, c. part., turn out, prove to be so and so,σεσωσμένος κυρεῖ A.Pers.503
, cf. Ag.1201; ποῦ ποτ' ὢν κυρεῖς; S.Ph.805;θύων ἔκυρον Id.OC1159
;ἐχθρὸς ὢν κυρεῖ E.Alc. 954
;εἰ κυρεῖ τις πέλας . . οἶκτον ἀΐων A.Supp.58
(lyr.): with part. omitted, acting merely as the copula,ἐκτὸς αἰτίας κυρεῖς Id.Pr.332
, cf. Pers.598; ποῦ γῆς κυρεῖ; S.Aj.984;φονέα σε φημὶ . . κυρεῖν Id.OT 362
;ἐν κακῷ τῳ φαίνῃ κυρῶν Id.Ph.741
;ἐν πύλαισι . . κυρεῖ E.Ph. 1067
;ἔνθα πημάτων κυρῶ Id.Tr.685
.4 κ. πρός . . refer to,οὔτ' εἶπον οὐδὲν πρός <σε> κῦρον Trag.Adesp.226
;τὰ πρὸς διαβολὴν κυροῦντα Plb. 12.15.9
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.